Βάζουμε τέλος στη χυδαιότητα
Στα 35 περίπου χρόνια που είμαι επαγγελματίας δημοσιογράφος και ασχολούμαι με το πολιτικό ρεπορτάζ, ποτέ άλλοτε δεν έχω αντιμετωπίσει τέτοια περίπτωση υποβάθμισης του πολιτικού και δημόσιου λόγου όσο τον τελευταίο καιρό, με αφορμή τις συνεχείς καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση και βιασμούς ανηλίκων από ανθρώπους που κατέχουν, κακώς, κάκιστα, εξουσία.
Ειδικά η περίπτωση του μέχρι προσφάτως καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη, έδωσε την αφορμή στο νοσηρό περιθώριο της πολιτικής ζωής του τόπου να βγει στην επιφάνεια με χυδαιότητες πρωτοφανείς στα χρονικά της δημόσιας αντιπαράθεσης μετά την μεταπολίτευση. Εκμεταλλευόμενοι την ανωνυμία η τον εύκολο κανιβαλισμό που επιτρέπουν τα social media, άνθρωποι του περιθωρίου αλλά και της κεντρικής πολιτικής σκηνής, όπως δημοσιογράφοι και κομματικά στελέχη, κατακρίνουν την κυβέρνηση και προσωπικά τον πρωθυπουργό Κώστα Κυριάκο Μητσοτάκη ότι δήθεν συγκαλύπτουν ή και ενθαρρύνουν βιασμούς ανηλίκων και περιπτώσεις εξαναγκασμού σε ασελγείς πράξεις νεαρών, ασυνόδευτων προσφυγόπουλων. Αυτό είναι αθλιότητα, που δεν έχει ξανά συμβεί ποτέ άλλοτε στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό σε μια εποχή, που η κυβέρνηση καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να ενισχύσει και να θωρακίσει την δημοκρατία μας και την ελευθερία μας.
Όπου μου δίδεται δημόσιο βήμα, είτε στην ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων είτε στα μέσα ενημέρωσης, δεν παύω να επισημαίνω ότι τέτοιες αυθαιρεσίες, τέτοιές πρόστυχες συμπεριφορές οδηγούν σε υπονόμευση του δημοκρατικού συστήματος, σε μια εποχή που το πολίτευμα μας δοκιμάζεται σκληρά. Όλοι μας, και πάνω απ’ όλους οι πολιτικοί εκπρόσωποι του ελληνικού λαού, έχουμε υποχρέωση να διατηρήσουμε υψηλό το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου. Είναι θετικό ότι ηγεσία του ΣυΡιζΑ αποδοκίμασε αυτές τις χυδαιότητες. Αλλά δυστυχώς στελέχη του, όπως ο βουλευτής ο Παύλος Πολάκης και δημοσιογράφοι που πρόσκεινται στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως ο Κώστας Βαξεβάνης, δεν φαίνεται να συγκινούνται από την αναγκαιότητα αυτή. Ο ευπρεπής δημόσιος λόγος, που είναι η καρδιά του δημοκρατικού συστήματος, αποτελεί προϋπόθεση για τη εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος.
Η πατρίδα μας, μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς πανδημίας και μεγάλης κοινωνικής και οικονομικής κρίσης, κινδυνεύει. Ουδείς έχει το δικαίωμα να εκμεταλλεύεται καταστάσεις, που σε όλους μας προκαλούν αηδία και οργή, για να προσπαθεί να κερδίσει βραχυπρόθεσμα προσωπικά ή κομματικά οφέλη. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με μεγάλη υπευθυνότητα προσπαθεί να διαχειριστεί την κατάσταση με την πρέπουσα σοβαρότητα. Η υπονόμευση της με χυδαίες και άδικες κατηγορίες, που δεν προσάδουν στην πραγματικότητα, μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε θεσμική εκτροπή. Είναι ευθύνη όλων μας, κυρίως πολιτικών, δημοσιογράφων και πνευματικών ανθρώπων, να μην παρασυρθούμε από την χυδαιότητα. Και να σταθούμε στο ύψος των κρίσιμων περιστάσεων απέναντι στην κοινωνία και τη Δημοκρατία. Ως εδώ. Δεν θα επιτρέψουμε να συνεχιστεί αυτή η κατρακύλα, που δοκιμάζει τις αντοχές του πολιτεύματος, του λαού μας και εντέλει της πατρίδα μας.
Πηγή: https://marketnews.gr/article/2566390/bazoume-telos-sth-xydaiothta
Περισσότεροι φόροι, λιγότερα έσοδα
Μέσα στην πανδημία, που έχει φέρει τα πάνω κάτω στην οικονομία και την κοινωνία, η κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη αποφάσισε να μειώσει και τις ασφαλιστικές εισφορές και τον ΕΝΦΙΑ. Κάποιοι το βρήκαν αυτό περίεργο. Από την στιγμή που τα φορολογικά´ έσοδα μειώνονται εξαιτίας της πανδημίας, το κράτος θα τα μειώσει κι άλλο; Αυτή είναι η άποψη της Αριστεράς και των κομμάτων, που την εκφράζουν. Δυστυχώς άποψη ξεπερασμένη.
Το επιχείρημα τους ήταν ότι η μείωση των εισφορών θα επιφέρει και μείωση των εσόδων των ταμείων για την αντιμετώπιση των μεγάλων δαπανών, που καταβάλλουν. Κι ότι, δήθεν, αργά η γρήγορα θα φέρουν σε αδιέξοδο τον ΕΦΚΑ. Ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι ακριβής. Νομίζω ότι στηρίζεται σε δύο πάγιες αριστερές ιδεοληψίες, οι οποίες δεν αφήνουν τα κόμματα της αριστεράς να προσαρμοστούν στην σύγχρονη σκληρή πραγματικότητα της παγκόσμιας οικονομίας. Αντιλήψεις οι οποίες έχουν καταδικαστεί παντού στο εξωτερικό και δυστυχώς παραμένουν ισχυρές στην Ελλάδα. Χάρις στην ιδεολογική επικυριαρχία της αριστεράς εδώ και δεκαετίες.
Η πρώτη εκ των ιδεοληψιών αυτών, αφορά την απέχθεια που νιώθει ο μέσος αριστερός κατά του ιδιωτικού τομέα, των επιχειρήσεων και των επιχειρηματιών. Η λέξη εργοδότης στο υποσυνείδητο κάθε γνήσιού αριστερού είναι τουλάχιστον απωθητική. Γι’ αυτό, επειδή η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ευνοεί ασφαλώς τους εργοδότες να μειώσουν το μη μισθολογικό κόστος τους, βρίσκει αντίθετους τον ΣυΡιζΑ και τα άλλα κόμματα της αριστεράς, όπως κυρίως το ΚΚΕ. Αποφεύγουν να διαπιστώσουν ότι εάν οι εργοδότες μπορέσεις να μειώσουν το κόστος των επιχειρήσεων τους θα είναι σε θέση να κάνουν περισσότερες προσλήψεις, να διασώσουν τις επιχειρήσεις τους κι άρα τις θέσεις εργασίας κι ενδεχομένως να αυξήσουν τις αποδοχές των υπαλλήλων τους. Αυτό συμβαίνει παγκοσμίως. Επειδή όμως στην Ελλάδα δεν έχουμε εμπειρία του πως λειτουργούν για ανοιχτή οικονομία και η ελεύθερη αγορά, πάρα πολλοί συμπολίτες μας, ιδίως οι αριστεροί, αντιμετωπίζουν με καχυποψία κάθε προσπάθεια μείωσης του κόστους των επιχειρήσεων. Αγνοώντας ταυτόχρονα ότι μείωση των ασφαλιστικών εισφορών θα επιφέρει κι αύξηση των πραγματικών αποδοχών των εργαζομένων.
Ο δεύτερος λόγος της αντίδρασης του ΣυΡιζΑ και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, έχει να κάνει με την εσφαλμένη τους εντύπωση ότι η μείωση των εισφορών και των φόρων θα φέρει μείωση εσόδων για τα κρατικά ταμεία και άρα θα υπονομεύσει την δυνατότητα του κράτους να παρέχει αυτά που μπορεί και πρέπει στους πολίτες. Αυτό δεν είναι ακριβές. Αντιθέτως είναι μια πεπαλαιωμένη εντύπωση και ξεπερασμένη αντίληψη της αριστεράς που μας παραπέμπει σε παλιότερες δεκαετίες, που ουδεμία σχέση έχουν με το σήμερα.
Σήμερα παντού στον κόσμο γνωρίζουμε ότι η λογική μείωση των φόρων και των εισφορών, που αποσκοπεί στην ανάπτυξη κινήτρων για την επένδυση σε διάφορες μορφές παραγωγής των ιδιωτών οδηγεί όχι σε μείωση αλλά αντίθετα σε αύξηση των κρατικών εσόδων. Και τούτο διότι αυξάνεται ο συνολικός τζίρος της οικονομίας. Η πίτα της παραγωγικής διαδικασίας. Όσο μεγαλώνει αυτή η πίτα, τόσο μεγαλώνουν και τα κρατικά έσοδα. Αντιθέτως όσο μειώνεται η πίτα τόσο μειώνονται και τα κρατικά έσοδα. Είναι σαφές ότι το μεγαλύτερο κίνητρο για την ανάπτυξη της επενδυτικής δραστηριότητας και ταυτόχρονα της διόγκωσης της οικονομικής πίτας, είναι η μείωση των φόρων και των εισφορών.
Ακόμα και στην Ρωσία, ο πρόεδρος Πούτιν για να αυξήσει τα κρατικά έσοδα από φόρους, προχώρησε στην γενναία μείωση των φορολογικών συντελεστών που λειτουργούσαν ως αντικίνητρο για την ανάπτυξη της οικονομίας. Αυτό διαπιστώνεται και από την περίφημη καμπύλη του Λαφέρ, ο οποίος κατέδειξε ότι όσο μεγαλώνουν οι φόροι τόσο μειώνονται τα έσοδα από αυτούς
Για μας τους φιλελεύθερους, που θεωρούμε ότι ο ιδιωτικός τομέας είναι ο μοναδικός μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας, η μείωση σε λογικά πλαίσια της φορολογίας θα οδηγήσει, όταν επιτέλους ξεπεραστεί ο εφιάλτης της πανδημίας, και στην ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας μετά από μια δεκαετία καχεξίας και φτώχειας.
Πηγή: https://marketnews.gr/article/2566137/perissoteroi-foroi-ligotera-esoda
Η ιδεολογική ένδεια της Αριστεράς
Μεγάλος θόρυβος έχει ξεσπάσει τις τελευταίες εβδομάδες με αφορμή την κατάθεση του νέου νομοσχεδίου του υπουργείου παιδείας, με το οποίο έρχονται τα πάνω κάτω στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ανώτατη εκπαίδευση. Σε μεγάλο βαθμό είναι κατανοητό. Επί δεκαετίες, η επιβολή της αριστεράς σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο είχε φέρει τα πανεπιστήμια της χώρας υπό τον πλήρη έλεγχο της. Με αποτέλεσμα αυτονόητα για άλλες χώρες δεδομένα στον τρόπο λειτουργίας της εκπαίδευσης να μην είναι αυτονόητα στην Ελλάδα. Όπως για παράδειγμα το ότι οι σπουδές πρέπει να έχουν μία αρχή, μέση και τέλος. Και ότι ένας φοιτητής δεν μπορεί αιωνίως να είναι φοιτητής. Αν δεν μπορεί η δεν θέλει να συνεχίσει τις σπουδές του, κάποια στιγμή πρέπει να σταματά. Πρέπει να χάνει την φοιτητική του ιδιότητα, όπως συμβαίνει σε όλες τις πολιτισμένες χώρες του κόσμου. Δεν είναι δυνατόν κάποιος να μπαίνει στο πανεπιστήμιο στα 18 η στα 19 του χρόνια και να παραμένει σε αυτό μέχρι να γεράσει. Σκεφθείτε το ελληνικό παράδοξο. Ένας φοιτητής μπορεί να είναι σε οποιαδήποτε ηλικία στο πανεπιστήμιο. Ο καθηγητής στα 67 του χρόνια συνταξιοδοτείται υποχρεωτικά. Ο φοιτητής ποτέ. Δεν είναι γελοίο;
Και όμως αυτό το αυτονόητο δεν είναι αυτονόητο στην Ελλάδα. Χιλιάδες φοιτητές μαθητές και εκπαιδευτικοί διαδηλώνουν, εν μέσω πανδημίας στο κέντρο των μεγάλων πόλεων, της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας, που πλήττονται από τον κορονοϊό βίαια, εναντίον της αυτονόητης αυτής διατάξεις που περιέχεται στο νέο νομοσχέδιο. Από μόνο του θλιβερό και για την κοινωνία μας και για το εκπαιδευτικό σύστημα μας.
Κι όμως. Κάτι δείχνει να αλλάζει στην χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Όλες οι δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, καταδεικνύουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων έχει κατανοήσει το αδιέξοδο αυτών των συμπεριφορών, που κράτησαν και την κοινωνία μας και την εκπαιδευτικό μας σύστημα στο παρελθόν. Σε ένα κακό παρελθόν, που κάποτε έπρεπε να ξεπεραστεί. Κι αυτή η ώρα ήλθε επιτέλους.
Η αντίδραση εκ μέρους της αριστεράς είναι έντονες. Επίσης κατανοητό διότι η αριστερά αδυνατεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και μένει εγκλωβισμένη στο παρελθόν. Διαμαρτύρεται για την δημιουργία του νέου αστυνομικού σώματος, που σκοπό έχει την προστασία καθηγητών και φοιτητών από παράνομες, βίαιες, εγκληματικές συμπεριφορές τραμπούκων, εξτρεμιστών, χούλιγκανς μέσα στα πανεπιστήμια, που είναι χώροι ακαδημαϊκής μόρφωσης κι έρευνας. Και όχι χώροι για την δήθεν επαναστατική γυμναστική ακραίων ομάδων, που συχνά σε τίποτα δεν διαφέρουν από οργανωμένες συμμορίες.
Ουδείς είναι ευτυχής για την ύπαρξη αστυνομίας στους πανεπιστημιακούς χώρους. Δε γίνεται όμως διαφορετικά από τη στιγμή που οι οργανωμένες αυτές συμμορίες έχουν μετατρέψει το πανεπιστήμιο σε άντρο τρομοκρατίας και εγκληματικότητας, όπως πιστεύει μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Και δικαίως. Μάλιστα όλοι εμείς που δεχόμαστε την δημιουργία του νέου αστυνομικού σώματος, ελπίζουμε ότι στο μέλλον δεν θα χρειάζεται πια. Καθώς τα πανεπιστήμια μας θα γίνουν και πάλι χώροι ακαδημαϊκής μόρφωσης και έρευνες. Μέχρι τότε όμως πρέπει να προστατεύσουμε την ακαδημαϊκή ελευθερία για τους φοιτητές και για τους καθηγητές. Απομονώνοντας τους τραμπούκους.
Δυστυχώς, όπως είχα την ευκαιρία να αναφέρω και στην Βουλή, η αριστερά δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι έχει μείνει στο παρελθόν. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να ανακάμψει δημοσκοπικά και να αποτελέσει μια ισχυρή αντιπολίτευση για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας. Η αριστερά, δυστυχώς για αυτήν, έχει ξεπεραστεί από τους καιρούς που έχουν αλλάξει. Και όσο δεν το αντιλαμβάνεται τόσο θα βυθίζεται στην ανυπαρξία, πολιτική και ιδεολογική.
Πηγή: https://marketnews.gr/article/2565897/h-ideologiki-endeia-ths-aristeras